Ο τίτλος είναι ίσως λίγο ανεπίκαιρος αλλά και όταν θα διαβάσετε το περιεχόμενο αυτού εδώ του άρθρου θα κατανοήσετε ότι το εν λόγω θέμα δε θα γινόταν ποτέ επίκαιρο ούτως ή άλλως. Όποιος διαβάζει αυτό το κείμενο περιμένει λογικά από το συντάκτη του να ξεκινήσει από αυτό το δημοψήφισμα που δεν έγινε. Λέω να αντιστρέψω τη λογική ροή και να ξεκινήσω από τα δημοψηφίσματα που έγιναν∙ έτσι νομίζω θα καταλάβετε καλύτερα για ποιο λόγο δεν έγινε το δημοψήφισμα για το οποίο μιλάω…
Category Archives: Uncategorized
Ανταπόκριση του democracynow 28-06-2010 για τη Συνοδο g20 στο Τορόντο…
Χωρίς τίτλο… (ή Από όπου κι αν προέρχεται;;;)
Του j4nus
Προτείνω κατά την ηρωική ανάγνωση να ακούτε το παρακάτω μουσικό κομμάτι… για να κατανοήσετε υπό την επήρεια ποιων μουσικοτρόπων ουσιών γράφτηκε το κείμενο…
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=KG9qHbK9fuE&feature=player_embedded]
Οι επόμενες τρεις παράγραφοι είναι αποσπασματα από το κείμενο του Θανάση Τριαρίδη “η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική”.
Τι ήταν αυτό που μας έκανε να υποθέσουμε πως μπορούν να υπάρξουν «ανθρώπινοι στρατοί δολοφόνων», «δίκαιοι φόνοι» και «καλές βόμβες»; – εν τέλει, τι ήταν αυτό που μας έπεισε πως μπορεί να υπάρξει μη φασιστική πολιτική βία σε βάρος των συνανθρώπων μας;
Κι αν η καθαρή ναζιστική ιδεολογία θεωρεί τη βία, τον τρόμο και τον φόνο μέσα απόδειξης της «φυσικής ισχύος» του «δυνατού» επί του «αδύναμου» (και άρα θεμιτή πολιτική μέθοδο στο κτηνώδες και απάνθρωπο σύστημα που ευαγγελίζεται), τι κάνει αυτούς που θέλουν να αντιπαραταχτούν στον φασισμό να χρησιμοποιούν τις ίδιες μεθόδους (τη βία, τον τρόμο και τον φόνο); Ιδίως για όσους αυτοπροσδιορίζουν την πολιτική τους δράση στην «αντι-εξουσία» και συνάμα θεωρούν τις βόμβες «μέσο αγώνα», συχνά προβληματίζομαι, πέραν των άλλων, για το μέγεθος της ευήθειάς τους: υπάρχει πιο κτηνώδης εξουσιαστική πράξη από τον φόνο του άλλου; Πώς μπορεί η πολιτική δολοφονία και ο πολιτικός τρόμος να είναι προστάδιο της «ελευθερίας» την οποία επικαλούνται; Δεν καταλαβαίνουν πως «ελευθερία» εν τρόμω και εν φόνω δεν υπάρχει παρά μόνο ως ολοκληρωτικό τέρας; Δεν καταλαβαίνουν πως έχουν γίνει νεοναζί φασίστες – απαράλλακτοι με αυτούς που υποτίθεται πως αντιμάχονται (και με τους οποίους αλληλοτροφοδοτούνται με μίσος και τρόμο);
Έτσι επιμένω στο ίδιο αμόνι – και όσο πιο καθαρά μπορώ: Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική, από όπου κι αν προέρχεται. Όσοι την ασκούν (είτε με το ρόπαλο, είτε με την πέτρα, είτε με το πιστόλι, είτε με τη βόμβα είτε με όποιον άλλο τρόπο) είναι διαφόρων διαβαθμίσεων νεοναζί. Και όσοι σιωπούμε απέναντι σε τούτη την πολιτική βία, είτε περιμένοντας να δούμε αν αυτοί που την άσκησαν είναι οι «δικοί μας» «καλοί» δολοφόνοι ή οι «κακοί άλλοι», είτε θεωρώντας πως με τη σιωπή μας υπηρετούμε την ηθική τάξη της «ανώτερης ιδεολογίας» μας, είμαστε αδιαβάθμητοι συνένοχοι.
Παρέθεσα αυτά που μου φάνηκαν πιο σημαντικά σε σχέση με αυτά που ήθελα να γράψω αλλά προτείνω να διαβάσετε ολόκληρο το κείμενο για να μη βγουν ίσως λάθος συμπεράσματα από την αποσπασματική παράθεση που εγώ έκανα… Το κείμενο βρίσκεται εδώ…
Θα προσυπέγραφα ολόκληρο το κείμενο και θα συμφωνούσα απόλυτα μαζί του με μια προϋπόθεση… να ζούσαμε στην -ή σε μια- ιδανική κοινωνία, όπου δεν υπάρχουν διακρίσεις και διαχωρισμοί και που τα βασικά αγαθά (φαγητό, τροφή, οξυγόνο) θα ήταν εξασφαλισμένα a priori για τον κάθε άνθρωπο…
Στο κείμενό του ο Θανάσης Τριαρίδης νομίζω διαγράφει αχνά ένα ερώτημα το οποίο έχει απασχολήσει αρκετούς…
Διαφέρω από έναν νεοναζί μόνο στο επίπεδο της ιδεολογίας ή και στο επίπεδο της επιλογής των μέσων για την επίτευξη αυτής;
Δηλαδή αν κι εγώ καταφεύγω στη βία, μήπως γίνομαι σαν και αυτόν και η μόνη μας διαφορά είναι ότι εγώ θέλω μια διαφορετική κοινωνία απο αυτόν;
Άρα λοιπόν προκειμένου να διαφέρω από αυτόν πρέπει να αποκηρύξω τη βία σε κάθε περίσταση, περίπτωση, εποχή, κατάσταση κτλ. Στη ναζιστική γερμανία όπου η βία, ο τρόμος και ο φόνος γίνονται μέσα απόδειξης της φυσικής ισχύος του δυνατού σε βάρος του αδυνάτου, για να παραμείνω συνεπής στις απόψεις μου περι βίας λοιπόν θα πρέπει να παραμένω πάντοτε ο αδύναμος και να υφίσταμαι τη βία του εξουσιαστή ναζί, γιατί αν καταφέρω να τον ανατρέψω χρησιμοποιώντας βίαια μέσα, θα γίνω τότε εγώ ο ισχυρός. Συνεπώς η μόνη μου επιλογή είναι είτε να περιμένω τον από μηχανής θεό… ή να επιλέξω μέσα ανατροπής μη βίαια, μέσα τα οποία βέβαια σε ένα απολυταρχικό καθεστώς τύπου ναζιστικής γερμανίας δε θα μου επιτραπούν ποτέ να χρησιμοποιήσω, γιατί πολύ απλά και με τη σκέψη μόνο, θα βρεθώ στη φυλακή… άρα η μόνη μου επιλογή είναι ο διαλογισμός και η προσευχή στο θεό που δεν πιστεύω…
Υπάρχει όμως και μια άλλη διαφορά… ίσως πιο θεμελιώδης και ουσιαστική από το δίπολο βία-μη βία… εγώ δε θεωρώ τον άνθρωπο μέσο προς σκοπό. Δεν πιστεύω στην αντικειμενική ευθύνη, γιατί αποτελεί μια αέναη πηγή αδικίας. Σε αντίθεση λοιπόν με το ναζί που για να πετύχει το σκοπό του θα στραφεί εναντίον όλων, εγώ δε θα στραφώ κατά αυτών που θεωρώ ότι ΔΕ φταίνε.
Εκείνος είτε ως καθεστώς είτε ως τρομοκρατική οργάνωση, χτυπούσε αδιακρίτως, προκειμένου να προκαλέσει χάος, για να έρθει ως αυτόκλητος σωτήρας να φέρει την τάξη στο χάος που ο ίδιος προκάλεσε. Εγώ δε θα τους βάλω όλους στο ίδιο τσουβάλι, όπως αυτός. Άρα μήπως η στοχευμένη βία από την αδιάκριτη-τυφλή βία με κάνει τελικά όντως διαφορετικό από αυτόν;
Σίγουρα πολλοί θα προστρέξουν να πουν ότι σήμερα δε ζούμε σε ναζιστικό καθεστώς. Το ερώτημα όμως εξακολουθεί να ισχύει, αν ζούσαμε σε τέτοιο καθεστώς θα νομιμοποιούνταν μορφές βίας εναντίον των εκπροσώπων του καθεστώτος; Αν κανείς αποκηρύσσει τη βία από όπου κι αν προέρχεται και άρα εναντίον οποιουδήποτε κι αν στρέφεται, τότε θα πρέπει να απαντήσει ότι ακόμα και σε ένα καθεστώς ναζιστικού τύπου η βία εναντίον του καθεστώτος δε νομιμοποιείται. Αν κάποιος απαντήσει ότι στην περίπτωση μια δικτατορίας το θέμα αλλάζει και άρα επιτρέπονται μορφές βίας εναντίον των εκπροσώπων της εκείνης εξουσίας τότε δεν αποκηρύσσει τη βία από όπου κι αν προέρχεται. Επίσης πολλοί θα πουν τώρα ότι η δικτατορία είναι κάτι διαφορετικό από τη σημερινή κατάσταση. Και φυσικά δεν είναι ακριβώς το ίδιο, ωστόσο και μια ιδανική κοινωνία όπου δε θα χρειαζόταν καμία μορφή βίας είναι κάτι διαφορετικό από τη σημερινή κατάσταση… και άρα το αν είναι αναγκαία κάποια μορφής βίας ή το ποια μορφής βία θα το υποδείξουν και οι κοινωνικές συνθήκες και περιστάσεις.
Αναρωτιέμαι άραγε στην περίπτωση του Αλέκου Παναγούλη, όταν αποφάσιζε να τοποθετήσει τη βόμβα η οποία δεν αποκλείεται να σκότωνε και τον οδηγό του δικτάτορα Παπαδόπουλου ακόμα και αν είχαν ληφθεί μέτρα η βόμβα να πλήξει μόνο το δικτάτορα, αν σκέφτηκε ότι αυτή η πράξη του μπορεί να θεωρηθεί ποτέ φασιστική -αν δεχτούμε ότι κάθε βία είναι φασιστική από όπου κι αν προέρχεται. Σκέφτομαι λοιπόν ότι μπορεί να ανέλαβε το βάρος να φερθεί σαν φασίστας, γιατί κάποιος έπρεπε να το κάνει για να απαλλαγεί η κοινωνία από τη Χούντα των Συνταγματαρχών. Δε χωρεί αμφιβολία ότι στα απολυταρχικά καθεστώτα που είναι προσωποπαγή, ο θάνατος του δικτάτορα είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα πλήξει και αυτό καθεαυτό το καθεστώς, γιατί σε αυτά τα καθεστώτα, τα πρόσωπα ταυτίζονται όχι απόλυτα αλλά σε μεγάλο βαθμό με το ίδιο το καθεστώς. Την ηθική και όχι μόνο νομιμοποίηση της βίας κατ’ αυτών που προσπαθούν να καταλύσουν το πολίτευμα προσφέρει και η ακροτελεύτια διάταξη του Συντάγματος -δεν ξέρω ίσως να είναι και αυτή φασιστική- που αναφέρει ρητά ότι η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωσμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με ΚΑΘΕ μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία. Το Σύνταγμα κοινώς λέει πως σε περιπτώσεις όπως η προηγούμενη η βία καθίσταται κοινωνική αναγκαιότητα και για αυτό κατά τη δική μου ανάγνωση δε θα υπάρξει τιμωρία για αυτόν που θα τη χρησιμοποιήσει ως ανάχωμα για την επιβολή ή διατήρηση μιας δικτατορίας.
Μα τι σχέση έχουν όλα αυτά με το σήμερα όπου δε διάγουμε περίοδο απολυταρχίας και δικτατορίας αλλά δημοκρατίας; Έχουν σχέση με το ότι ο κάθε πολίτης θα κρίνει σε τι καθεστώς ζούμε και ποια μέτρα ή μέσα είναι αναγκαία και φυσικά θα κριθεί εκ των υστέρων. Όπως και ο κάθε επαναστάτης είτε λέγεται Παναγούλης είτε αλλιώς κριθηκε εκ των υστέρων… επί δικτατορίας καταδικάστηκε, επι δημοκρατίας δοξάστηκε.
Δε θα μπω στη διαδικασία να μετρήσω πόσο δημοκρατικό ή φιλελεύθερο είναι το καθεστώς των ημερών μας -γιατί η κάθε μορφή κοινωνικής οργάνωσης, πολίτευμα δημοκρατικό ή μη, κράτος φιλελεύθερο ή μη κτλ είναι πρώτα από όλα καθεστώς αφού αυτόαναγορεύεται σε αξία που προβλέπει μάλιστα και μηχανισμούς αυτοπροστασίας και τιμωρίες ακόμα και στην περίπτωση που η πλειοψηφία απαιτήσει-διεκδικήσει την κατάρρευσή του. Θα υπενθυμίσω ότι και επι δικτατορίας το επίσημο πολίτευμα της χώρας ήταν Προεδρική Δημοκρατία… είχε διεξαχθεί και δημοψήφισμα μάλιστα (οι τύποι δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την ουσία)… Και τότε υπήρχε Σύνταγμα -δεν εννοώ την πλατεία- και σήμερα υπάρχουν διατάξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Όλα αυτά όμως δεν έχουν απολύτως καμία σημασία, γιατί το τι προβλέπεται θεωρητικά δεν ταυτίζεται με το τι εφαρμόζεται πραγματικά.
Μία ακόμη επισήμανση περισσότερο ιστορικο-κοινωνική. Η αντίσταση ακόμα και εναντίον τυράννων ήταν υπόθεση που ξεκινούσε ως πράξη από κάποιες μειοψηφίες πάντοτε. Οι πλειοψηφίες κατά κανόνα σκέφτονται και θέτουν άλλες προτεραιότητες πριν συμπράξουν βλ. θέματα που έχουν να κάνουν με την καθημερινή επιβίωση (παιδιά, οικογένεια κτλ). Συμπορεύονται όταν δημιουργείται ένα ρεύμα νίκης -όπως λέει και ο ποιητής-στιχουργός “έτσι ήταν πάντα κι έτσι θά ‘ναι ξανά“.
Η παραδοχή ότι όσοι τοποθετούν μια βόμβα ή γκαζάκια κάπου έχουν στο βάθος του μυαλό τους το φόνο και ότι θέλουν σε κάθε περίπτωση να σκοτώσουν είναι πέρα από λογικό άλμα μια ολοκληρωτική αντίληψη. Ειδικά στις περιπτώσεις που υπάρχουν προειδοποιητικά τηλεφωνήματα και λαμβάνονται μέτρα προφύλαξης το να λέει κανείς ότι στο πίσω μέρος του μυαλού του δράστη είναι η αφαίρεση ζωών είναι σαν να λέμε ότι οι μεθυσμένοι οδηγοί, ή οι οδηγοί των φορτηγών με το υπέρβαρο φορτίο και με τα φθαρμένα ελαστικά, όταν ξεκινούν την κούρσα του θανάτου, έχουν στο πίσω μέρους του μυαλού τους την αφαίρεση ζωών. Γιατί ας μη γελιόμαστε ότι και αυτά είναι μια ωρολογιακή βόμβα, που κάποιες φορές έτυχε να σκάσει σκοτώνοντας στο τέλος ανήλικους μαθητές.
Σε καμιά περίπτωση ο δόλος διακινδύνευσης κάποιων αγαθών δεν μπορεί να ταυτίζεται ή να εξισώνεται με χονδροειδείς απλοποιήσεις με το δόλο βλάβης. Τέτοια τεκμήρια κάλλιστα μπορούν να θεωρηθούν εξίσου φασιστικά.
Στην Ευρώπη από το 1947 μέχρι το 1985 διεπράχθησαν 5432 τρομοκρατικές απόπειρες οι οποίες προκάλεσαν 455 θανάτους…
Την ίδια περίοδο εξακολουθούν να προκαλούν πολύ περισσότερους θανάτους άλλες πηγές κινδύνου που σχετίζονται με την καθημερινότητά μας, τον τρόπο ζωής μας, αλλά δεν αμφισβήτηθηκαν ποτέ, γιατί στο μυαλό της πλατιάς μάζας αποτελούν μια κοινωνική ίσως αναγκαιότητα κι ένα ρίσκο ας πούμε ηθελημένο. Με την ίδια παρόμοια λογική για κάποιους ίσως τρομοκράτες ή κοινωνικούς επαναστάτες που επιλέγουν το δρόμο της βίας, αυτή αποτελεί αναγκαιότητα.
Ακόμα και αν οι βόμβες τους είναι χαμηλής ισχύος, ακόμα και αν δε σκοτώνουν στο τέλος, το αν αξίζει κανείς να πάρει αυτό το ρίσκο θα κριθεί εκ του αποτελέσματος ακόμα και αν εμείς εκ των προτέρων πιστεύουμε ότι το εγχείρημα τους είναι καταδικασμένο σε αποτυχία.
Καλώς ή κακώς όσο θα υπάρχουν αδικίες τις οποίες η κοινωνία δε θα επιχειρεί να απαλείψει, κάποιοι αυτόκλητοι ή μη, τιμωροί ή επαναστάτες θα αναλαμβάνουν να καλύψουν αυτό το κενό, να αποδώσουν τη δικαιοσύνη με το δικό τους τρόπο. Το αν είναι στρεβλός και το αν θα αποτύχει μπορούμε εύκολα να το προδικάσουμε όλοι εμείς που καθόμαστε αναπαυτικά στην καρέκλα μας μπροστά σε μια οθόνη και ένα πληκτρόλογιο και γράφουμε τις απόψεις μας, ιδιωτικά ή δημόσια.
Όσο αυτοί που θα διαθέτουν τα μέσα θα είναι οι λίγοι και όσο οι πολλοί θα εξαρτώνται εκβιαστικά από τους λίγους, οι πλειοψηφίες θα είναι πάντοτε εξαρτημένες από αυτούς, η πληροφόρηση κι η ενημέρωση το ίδιο. Έτσι λοιπόν κάποιοι δεν μπορούν να περιμένουν να επέλθει στις κοινωνικές μάζες η επιφοίτηση του αγίου πνεύματος που δεν υπάρχει. Για αυτούς η δράση πρέπει να ξεκινήσει τώρα και για κάποιους λίγους αυτή χρειάζεται για να έχει αποτέλεσμα να είναι βίαιη.
Αντί επιλόγου ένα βίντεο με μια ανάλυση που αφορά στην οπτική του Γκάντι πάνω στο θέμα της βίας από τον Norman Finkelstein με αφορμή την εισβολή των Ισραηλινών στη Γάζα στα τέλη του 2008.
[youtube=http://www.youtube.com/watch?v=FZHb7YbYd8I&feature=player_embedded]
Φυσικά το ερώτημα που έχει θέσει ο Καμί “αν ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, ποιος θα αγιάσει το σκοπό” είναι επίκαιρο πάντοτε…
μερικοί απο μας μπορούν να στριφογυρίζουν στις καρέκλες τους μέχρι να βρουν την απάντηση… κάποιοι έχουμε αυτην την πολυτέλεια… άλλοι όμως όχι. Κάποιοι μπορούμε να αναρωτιόμαστε αν αυτό που είπε ο Bertrand Russell κάποτε “I would never die for my beliefs because I might be wrong.” το ενστερνιζόμαστε πραγματικά ή απλώς το χρησιμοποιούμε σαν άλλοθι…
Αν είχα την επιλογή να χτίσω μια ιδανική κοινωνία μέσα από μια δικτατορία δεν πιστεύω ότι θα το έκανα, γιατί το ιδανικό θα πρέπει να έρχεται από ελεύθερη επιλογή… το οτι δε βλέπουμε γύρω μας κάγκελα όμως, δε σημαίνει ότι δεν είμαστε φυλακισμένοι…
Σαν επίμετρο, σας προσφέρω ένα ταξίδι στο χρόνο μέσα από τη ματιά ενός θεωρητικού του πολέμου για άλλους προπαγανδιστή του πολέμου για τις απόψεις των Marx, Engels και Λένιν σχετικά με τον πόλεμο και τη βία…
Τα αποσπάσματα είναι αυτούσια από το βιβλίο “Θεωρία του Πολέμου”, εκδόσεις Θεμέλιο…
Πρεπει λοιπόν να διαχωρίσουμε τους πολέμους είτε με κριτήριο την αντικειμενική τους λειτουργία ειτε με κριτήριο τους υποκειμενικούς τους σκοπούς. μόνο στην τελευταία αυτλη περίπτωση έχει πλήρες νόημα η διάκριση μεταξύ δίκαιων και αδίκων πολέμων: δίκαιοι είναι όσοι διεξάγονται από επαναστατικά ή πάντως προοδευτικά ιστορικά-πολιτικά υποκείμενα προς επίτευξη αντίστοιχων σκοπών. Οι Marx και Engels δεν ανέλυσαν διεξοδικότερα τη διάκριση μεταξύ δίκαιων και άδικων πολέμων, όμως λόγω της σημασίας τους για τον Λένιν και την κατοπινή μαρξιστική-λενινιστική θεωρία πρέπει να συγκρατήσουμε εδώ τις σχετικές επισημάνσεις τους. Έτσι π.χ. ο Marx χαρακτήρισε “πόλεμο των υπόδουλων ενάντια στους καταπιεστές τους” ως τον “μόνο δίκαιο πόλεμο στην ιστορία” (Der Burgerkrieg in Frankreich, MEW, t. 16, 358), εννοώντας τους ταξικούς αγώνες και εμφύλιους πολέμους αλλά στην ίδια κατηγορία μπορούσαν να ενταχθούν και πόλεμοι μεταξύ καταπιεστικών και καταπιεζόμενων εθνών. Για τον Μαρξ ο βρεταννικός πόλεμος εναντίον της Κίνας ήταν “άκρως άδικος” (English Attrocities in China, NYDT, 10.4.1857=CW, τ.31, 431) ενώ ο Engels απέρριπτε ήδη το 1948 την εξίσωση προοδευτικών κινημάτων και αντιδραστικών πολέμων, όπως π.χ. εκείνου με τον οποίο η Αυστρία πέταξε την Ιταλία (Ein Wort an die Riforma, Deutsche Brusseler Zeitung, 24.2.1848 = MEW, τ. 4, 526). Η διάκριση μεταξύ δίκαιο και άδικου πολέμου καθώς και η ταύτιση του πρώτου με τον (εμφύλιο) επαναστατικό πόλεμο θεωρούνταν λοιπόν λίγο-πολύ σίγουρες, όμως αυτό δεν αποτελούσε και απάντηση στο ερώτημα κατά πόσο ο δίκαιος πόλεμος όφειλε να παραμείνει αμυντικός από στρατηγική άποψη ή μπορούσε εξίσου να είναι επιθετικός. Όπως θα δούμε, ο Λένιν διαχώρισε τα δύο αυτά ζητήματα, δηλαδή αποτιμά τον δίκαιο χαρακτήρα του πολέμου ανεξάρτητα από το αν είναι στραγητικά αμυντικός ή επιθετικός (Attack, CW, τ. 18, 35). Στους Marx και Engels το σημείο αυτό παραμένει αδιευκρίνιστο, αν και θα μπορούσαμε να εικάσουμε ότι, καθώς απεχθάνονταν ηθικισμούς επιζήμιους για την υπόθεση της επανάστασης, θα συμφωνούσαν με τη θέση του Λένιν. Πάντως οι συναφείς αποφάνσεις του Engels είναι περιστασιακές και διφορούμενες. Όσο ακόμα ήταν ζωντανή η ελπίδα μετοχέτευσης της ευρωπαϊκής επανάστασης σε ευρωπαϊκό πόλεμο ενάντια στους άθικτους ακόμα προμαχώνες της αντίδρασης, ονειρευόταν μιαν “επιτυχή επίθεση” των επαναστατικών στρατιών εναντίον της Ρωσσίας(Επιστολή στον Wiedemeyer απο΄12.4.1853 = MEW, τ. 28, 577) , όμως το 1882 έγραφε: “το νικηφόρο προλεταριάτο δεν μπορεί να επιβάλει σ’ οποιονδήποτε ξένο λαό την ευτυχία χωρίς να υπομονεύσει την ίδια του τη νίκη. Αυτό βέβαια δεν αποκλείει αμυντικούς πολέμους ποικίλης μορφής” (Επιστολή στον Kautsky από 12.9.1882 = MEW, τ. 35, 358). Επανελάμβανε έτσι μιαν πεποίθηση που είχε εκφράσει ήδη πριν από τις αποφασιστικές πολιτικές εμπειρίες του 1848, όταν περιέγραφε το ιδεώδες της κομμουνιστικής κοινωνίας: η θέση, οτι η κομμουνιστική κοινωνία μόνο αμυντικούς πολέμους μπορούσε να διαξάγει (Ομιλία στο Eberfeld, 8.2.1848, MEW, τ. 2, 543.) προέκυπτε περίπου από τον ορισμό της αταξικής κοινωνίας, στην οποία οφείλει να μην υπάρχει τάξη τέτοια, ώστε να προσδοκά ιδιαίτερα οφέλη από επιθετικούς πολέμους. Όμως η εμηδένιση των υπόλειπόμενων ταξικών κοινωνιών δε θα αποτελούσε συλλογικό όφελος;
Όπως στους Marx και Engels έτσι και στον Λένινη ιστορική λειτουργία του πολέμου αποτιμάται στη διπλή προοπτική του προκαταβολικά δεδομένουν πλαισίου που ορίζει η δική τους φιλοσοφία της ιστορίας: οι πόλεμοι ναι μεν συνδέονται με την ύπαρξη τάξεων καιο θα πάψουν μόνο αν εξαφανιστούν οι τάξεις, αλλά στο ενδιάμεσο διάστημα, που μόνο αυτό μετρά από πρακτική-πολιτική άποψη, βλέπονται με κριτήρια ορθολογικής σκοπιμότητας, δηλαδή ανάλογα με το αν ενδείκνυται ή όχι προκειμένου να προωθήσουν την εκάστοστε επιθμητή βραχυπρόθεσμη ή μακροπορίθεσμη εξέλιξη. Και στο ζήτημα τούτο δεν υπάρχει καμμιά αμφιβολία: οι πόλεμοι και η βία εν γένει είναι δυνατόν ν’ ανήκουν στις μεγάλες κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας, ούτως ώστε η συλλήβδην ηθική τους καταδίκη θα μπορεί να πηγάζει απλώς από πολιτική-ιστορική άγνοια και αφέλεια. Μόνο δκαρύβρεκτοι παπάδες λέει ο Λένιν, δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν ποιες αναγκαιότητας διεπουν τον πόλεμο και μάλιστα ακριβώς σε εποχή όπου η ιστορία πάει να λύσει τα μέγιστα προβληματα της ανθρωπότητας με τον αγώνα και τον πόλεμο (Επιστολή στους Αμερικανούς εργάτες, 22.8.1918 = Uber Krieg, II ,1, 388).
Αν ο πόλεμος είναι “αναπόφευκτο και αξεχώριστο παρακολούθημα κάθε ταξικής κυριαρχίας, αν είναι εξίσου νομοτελειακή μορφή της καπιταλιστικής ζωής όπως και η ειρήνη και όχι σύμπτωση και αμαρτία όπως πιστεύουν οι χριστοανοί παπάδες (Lage und Aufgaben der sozialistischen Internationale, 1.11.1914 = Uber Krieg, I, 415), τότε οι ελπίδες περί αφοπλισμού, όσο διαρκεί το καπιταλιστικό καθεστώς, πρέπει να χαρακτηριστούν ως αντιδραστικές, μικροαστικές δημοκρατικές ψευδαισθήσεις (Programmentwurf der KPR, Μάρτιο 1919 = Uber Krieg, II,1, 82). Η προλετριακή προβληματική για την ειρήνη διαφέρει ριζικά από την αστική δημοκρατική: το σύνθημα ειρήνη με κάθε αντίτιμο είναι απαράδεκτο, γιατί έτσι συγκαλύπτεται το γεγονός ότι κάθε ειρήνη, όπως και κάθε πόλεμος, επιδικώκει ορισμένους σκοπούς (Das europaische Kapital und die Selbstherrschafft -5.4[23.3.]1905 = Uber Krieg, I, 109 κε.). Και όπως δεν υπάρχει ηθική υποχρέωση προς υπεράσπιση της ειρήνης με κάθε αντίτιμο είναι απαράδεκτο, έτσι και δεν υπάρχει ηθική υποχρέωση προς καταδίκη του πολέμου καθ εαυτόν, αφού πέραν ότι είναι αναπόδραστος, η ιστορία έχει γνωρίσει και δίκαιους πολέμους. Η έννοια λοιπόν του δίκαιου πολέμου έχει να κάμει αποκλειστικά με τους σκοπούς, όχι με τη διεξαγωγή του πολέμου… Ο πόλεμος εναντίον του πολέμου δε γίνεται με ηθικά επιχειρήματα και ειρηνικά μέσα, παπαδίστικες-συναισθηματικές χαζοκλαψούρες για ειρήνη με κάθε αντίτιμο δεν έχουν καμμιά επίδραση, η άρνηση της στράτευσης για λόγους συνείδησης και η απεργία ως μέσα παρεμπόδισης του πολέμου είναι απλώς βλακεία και δειλό όνειρο. Μονάχα όταν θα έχουμε νικήσει ολότελα την αστική τάξη σ’ ολόκληρον τον κόσμο θα καταστούν αδύνατοι οι πολεμοι…
Στην Ευρώπη επικρατούσε ειρήνη, όμως αυτή διατηρουνταν επειδή η κυριαρχία των ευρωπαϊκών λαών πάνω στα εκατοντάδες εκατομμύρια κατοίκων των αποικιών πραγματοποιήθηκε με ατελείωτες και αδιάκοπους πολέμους, που εμείς οι Ευρωπαιοι δεν τους θεωρούμε πολέμους, αφού συχνά έμοιαζαν όχι με πολέμους, αλλά με την κτηνώδη δολοφονία και την εξόντωση άοπλων λαών…
Γιατί ο ιμπεριαλισμός γεννά την άρνησή του ακριβώς τη στιγμή όπου ενεργοποιεί πλήρως τη φύση του. Καταπιέζει έθνη και έτσι πυροδοτεί εθνικούς πολέμους, εξαπολύει ιμπεριαλιστικούς πολέμους και πυροδοτεί επαναστάσεις και εμφυλίους πολέμους. Εθνικοί πόλεμοι, εμφύλιοι πόλεμοι και πόλεμοι σοσιαλιστικών κρατών εναντίον καπιταλιστικών δυνάμεων στρέφονται από κοινού εναντίον της ιμπεριαλιστικής πολιτικής και συναποτελούν την τριπλή όψη του δίκαιου πολέμου στην εποχή του ιμπεριαλισμού(Das Militarprogramm der proletarischen Revolution, 1916= uber Krieg, I, 600)
Πόλεμοι ανάμεσα στο ΜΑρόκκο και στη Γαλλία, στις Ινδίες και στην Αγγλία, στην Περσία ή την Κίνα και στη Ρωσσία θα ήσαν από την πλευρά των πρώτων αμυντικοί και μάλιστα ανεξαρτήτως του ποιος επιτίθεται πρώτος(Sozialismus und Krieg, 1915 = uber Krieg, I, 490)
…ήδη το 1908 είχε γράψει ο Λένιν ότι η μόνη δυνατή σκοπιά για την πολιτική αποτίμηση ενός πολέμου είναι τα συμφέροντα του ταξικού αγώνα του προλεταριάτου και όχι ο αμυντικός ή επιθετικός χαρακτήρας του πολέμου(Der streibare Militarismus…, 5.8.1908 =Uber Krieg, I, 352). Εδώ οι έννοιες άμυνα και επίθεση χρησιμοποιούνται προφανώς με τη συνήθη στρατηγική τους έννοια. Το ζήτημα αυτό απσχόλησε το Λένιν από τότε που ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και βασική θεωρητική του μέριμνα έγινε η ανασκευή του επιχειρήματος των σοσιαλσωβινιστών ότι η υπεράσπιση της πατρίδας επιβαλλόταν, επειδή η πατρίδα έπεσε θύμα επίθεσης. Η απάντηση του Λένιν ήταν η αποσύνδεση της έννοιας του δίκαιου πολέμου από την έννοια του αμυντικού πολέμου (με τη στρατηγική σημασία) και η αποκλειστική σύνδεση της έννοιας του δίκαιου πολέμου με τον αμυντικό πόλεμο υπό την πολιτική-ιστορική έννοια, ο οποίος όμως από στρατηγική άποψη μπορεί να είναι τόσο αμυντικός όσο και επιθετικός. Ώστε δεν έχει νόημα να ξεχωρίζουμε τους πολέμους σε αμυντικούς και επιθετικούς θέλοντας να θεμελιώσουμε πάνω σ’ ενα στρατηγικό δεδομένο κρίσεις για τον δίκαιο ή άδικο χαρακτήρα τους. Ο μικροαστός αρκείται βέβαια σε εξηγήσεις όπως ο εχθρός εισέβαλε στη χώρα μου και δεν τον απασχολεί π πολιτικός σκοπός και ο ταξικός χαρακτήρας, ήτοι η ιστορική-πολιτική αποτίμηση του πολέμου (Uber eine KArikatur auf den MArxismus, 1916 = Uber Krieg, I, 591)- λες και η ουσία του πράγματος είναι ποιος επιτέθηκε πρώτος και όχι τι σκοπούς έχεις και ποιες τάξεις διεξάγουν τον πόλεμο! (Offener Brief an B. Souvarine, Δεκ. 1916 = Uber Krieg, I, 656). Άλλωστε στην ιμπεριαλιστική εποχή, λόγω της διεθνούς αλληλεγγύης τόσο του προλεταριάτου όσο και της αστικής τάξης, είναι πρακτικά δύνατο να ξεχωρίσει κανείς ποιος και πού επιτέθηκε πρώτος. ο παγκόσμιος εμφύλιος πόλεμος κάνει τέτοιες διακρίσεις εντελώς ξεπερασμένες. Όταν “ο εμφύλιος πολεμος μέσα σε διαφορες χώρες συγχωνεύεται με τους επαναστατικούς πολέμους μεταξύ των προλεταριακών και των αστικών χωρών, τότε η διαφορά μεταξύ αμυντικών και επιθετικών πολέμων χάνει οριστικά το νόημά της( Programmentwurf der KPR Μάρτιος 1919 = Uner Krieg, I (2), 478).
Η δικαιοσύνη μπορεί να επιτίθεται από στρατιωτική-στρατηγική άποψη, αλλά ως προς την ουσία της παραμένει αθώα και φιλειρηνική, η αδικία μπορεί να εμφανίζεται προς τα έξω όσο φιλειρηνική θέλει, ως προς την ουσία της παραμένει κακή και επιθετική…
Από εδώ και στο εξής μόνο clopy & paste…
Short link: https://asylo.squat.gr/?p=1153
Άσυλο, ετών 27…
Δημοσκοπήσεις επί δημοσκοπήσεων για την ανάγκη αναθεώρησης του νομοθετικού πλαισίου που ορίζει το άσυλο, συζητήσεις επί συζητήσεων στα μ.μ.ε. Και κάθε φορά η διαβούλευση ξεκινά με την ίδια φράση από τους «έγκριτους» δημοσιογράφους-αναλυτές, «το πανεπιστημιακό άσυλο είναι ελληνική εφεύρεση παγκόσμιας πρωτοτυπίας» προσπαθώντας να δημιουργήσουν στο ασυνείδητο το τηλεθεατή την παρακάτω αρνητική εικόνα. Οι Έλληνες ως γνωστόν κατέχουν συνήθως αρνητικές πρωτιές σε πολλές έρευνες και η παγκόσμια πρωτοτυπία αυτή δε θα μπορούσε ως μοναδικό ελληνικό φαινόμενο παρά να έχει εξίσου αρνητικό πρόσημο. Θα άξιζε να αναρωτηθεί και να ερευνήσει κάποιος από τους εν λόγω «έγκριτους» δημοσιογράφους αν η εισβολή τανκ σε πανεπιστημιακό χώρο με αποτέλεσμα νεκρούς φοιτητές αποτελεί εξίσου ελληνική παγκόσμια πρωτοτυπία.
Πέρα από τους ιστορικούς[2] και συμβολικούς λόγους που συνηγορούν ή δικαιολογούν τη διατήρηση του θεσμού υπάρχουν βαθύτεροι και ουσιαστικότεροι που επιβάλλουν την προστασία του. Σε κάθε περίπτωση το γεγονός ότι το πανεπιστημιακό άσυλο είναι μια ελληνική παγκόσμια πρωτοτυπία δε σημαίνει αυτομάτως ότι αποτελεί μια επιζήμια για την κοινωνία εφεύρεση… επικίνδυνη μπορεί ναι, αλλά αυτό που είναι επικίνδυνο για τους λίγους, μπορεί να είναι ωφέλιμο για τους πολλούς…
Πρώτα από όλα θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι κατ’ ουσίαν άσυλο υπό την έννοια του χώρου που ευδοκιμούν και διευκολύνονται ανομίες και παρανομίες δεν υπάρχει. Τόσο ο νόμος του 1982 όσο και του 2007 είναι σαφείς. Η δημόσια δύναμη μπορεί να εισέρχεται χωρίς άδεια των πανεπιστημιακών αρχών αλλά και χωρίς άδεια του εισαγγελέα στις περιπτώσεις τέλεσης αυτόφωρων κακουργημάτων ή αυτόφωρων πλημμελημάτων κατά της ζωής[3]. Πέρα από αυτό όμως, οποτεδήποτε οι αρμόδιες πανεπιστημιακές αρχές προσκαλέσουν ή παραχωρήσουν σχετική άδεια, μπορεί η δημόσια δύναμη να εισέλθει στο χώρο του πανεπιστημίου ανεξαρτήτως τέλεσης ή μη αυτόφωρων αδικημάτων. Συνεπώς το νομοθετικό πλαίσιο για το άσυλο σε καμία περίπτωση δεν εκτρέφει καταστάσεις ανομίας ή δεν έχει παρόμοιο σκοπό. Άρα το άσυλο υπόκειται σε περιορισμούς και παρακάτω θα φανεί πώς επιχειρείται με τον τελευταίο νόμο-πλαίσιο Γιαννάκου η περαιτέρω συμπίεσή του.
Αλλά πρώτα ας δούμε γιατί ο νόμος απαιτεί την προηγούμενη άδεια των πανεπιστημιακών αρχών για την παρουσία δημόσιας δύναμης, κατασταλτικής ή μη. Πρώτα από όλα αυτό αποτελεί έκφανση της αρχής του Αυτοδιοίκητου των Πανεπιστημίων, η οποία κατοχυρώνεται συνταγματικά[4].
Σύμφωνα με το νόμο-πλαίσιο για την ανώτατη εκπαίδευση στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα κατοχυρώνεται η ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και διδασκαλία, καθώς και η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών. Δεν επιτρέπεται η επιβολή ορισμένων μόνον επιστημονικών απόψεων και ιδεών και η διεξαγωγή απόρρητης έρευνας. Το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των Α.Ε.Ι., και των εργαζομένων σε αυτά, έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει.
Εύλογα τίθεται το προβοκατόρικο ερώτημα γιατί είναι σήμερα αναγκαίο το άσυλο, όταν σε καθεστώς απόλυτης δημοκρατικής νομιμότητας κανείς δεν εμποδίζει την ελεύθερη διάδοση των ιδεών στους πανεπιστημιακούς χώρους, πολλώ δεν μάλλον η Αστυνομία.
Ακόμα και η ίδια η δημοκρατία καθώς και φορείς των θεσμών της μπορεί να αποκτήσει καθεστωτικές αντιλήψεις και συμπεριφορές. Ακόμα και το ίδιο το Σύνταγμα στην ακροτελεύτια διάταξη ορίζει ότι ακόμη και αν η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού αποφασίσει να εγκαθιδρύσει ένα νέο πολίτευμα ή σύνταγμα, αυτό θα είναι παράνομο. Πέραν αυτού όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι και επί δικτατορίας το επίσημο πολίτευμα της χώρας –μετά τη διενέργεια και δημοψηφίσματος- ήταν προεδρική δημοκρατία. Κοινώς αυτός που καθορίζει το χαρακτήρα και την ποιότητα του πολιτεύματος δεν είναι οι ταμπέλες και οι θεσμοί αλλά ο τρόπος που λειτουργούν οι θεσμοί. Είναι αυταπόδεικτο ότι η Αστυνομία και η κάθε αστυνομία είναι θεματοφύλακας μιας νομιμότητας όπως την αντιλαμβάνεται η εκτελεστική εξουσία και η άρχουσα τάξη και της κάθε νομιμότητας ανεξαρτήτως αν αυτή η νομιμότητα είναι η νομιμότητα μιας δικτατορίας ή μιας δημοκρατίας. Εν τέλει είναι ο προστάτης της εκάστοτε καθεστηκυίας κατάστασης και τάξης. Συνεπώς στόχος της είναι να προστατεύει αυτήν την τάξη με οποιοδήποτε μέσο.
Από την άλλη τα πανεπιστήμια είναι οι κατεξοχήν ναοί[5] της γνώσης και της επιστήμης. Επιστήμη όμως πάνω από όλα σημαίνει αμφισβήτηση. Ο Γαλιλαίος, ο Κοπέρνικος και πολλοί άλλοι για να μην αναφέρω το Δαρβίνο και πλείστους άλλους έπρεπε να αμφισβητήσουν τις καθεστηκυίες τάξεις τους πρώτα από όλα. Αν δεν το είχαν κάνει, η Γη θα ήταν ακόμα επίπεδη, κέντρο του ηλιακού μας συστήματος και θα εξακολουθούσαμε να πιστεύουμε στη θεωρία της Δημιουργίας και όχι της Εξέλιξης. Αμφισβητώ, άρα σκέφτομαι. Σκέφτομαι, άρα υπάρχω. Η αμφισβήτηση είναι δομικό και απαραίτητο στοιχείο για την πρόοδο. Δε σημαίνει ότι οδηγεί πάντοτε σε πετυχημένο αποτέλεσμα. Ο Thomas Edison έλεγε όμως I have not failed. I’ve just found 10,000 ways that won’t work.
Οι γονιμότεροι φορείς της αμφισβήτησης δεν μπορεί παρά να είναι οι νέοι και σκεπτόμενοι άνθρωποι. Κατά κανόνα είναι δύσκολο για τον 40ντάρη που απέκτησε το κάμπριο όχημά του, τον 5οάρη οικογενειάρχη που βάζει πάνω από όλα την οικογένεια του ή τον 60ντάρη συνταξιούχο που έχει μάθει να ζει και να αναπνέει σε ένα συγκεκριμένο σύστημα, να έρθουν να αμφισβητήσουν καθεστηκυίες τάξεις και αξίες. Όπως στη φύση έτσι και στην κοινωνία υπάρχει μια αόρατη δύναμη της αδράνειας που κάνει τους ανθρώπους φοβικούς σε ανατροπές καταστάσεων όταν αυτοί δεν μπορούν να προδιαγράψουν και να ελέγξουν το αποτέλεσμα των ανατροπών αυτών. Ο καταλληλότερος χώρος και χρόνος για να ευδοκιμήσει η αμφισβήτηση και η ανατροπή είναι ο πανεπιστημιακός χώρος και χρόνος. Εκεί που οι παλιές με τις νέες ιδέες ζυμώνονται, αντιπαρατίθενται και συγκρούονται.
Μα τι σχέση έχουν οι αναταραχές, τα επεισόδια και οι διαμαρτυρίες και όλα αυτά που συμβαίνουν μέσα στα πανεπιστήμια με την Επιστήμη και την Έρευνα, που είναι οι πρωταρχικοί σκοποί ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος θα αναρωτιούνται ορισμένοι. Αντιλαμβάνομαι ότι για πολλούς είναι δύσκολο να κατανοήσουν ότι το πανεπιστήμιο δεν είναι μια επαγγελματική σχολή που σκοπός της είναι να παράγει επαγγελματίες-επιστήμονες. Η επιστήμη δεν έχει καμία αξία χωρίς την κοινωνία. Πανεπιστήμιο και κοινωνία πρέπει να είναι δοχεία που επικοινωνούν. Πανεπιστήμιο δεν είναι μόνο μαθήματα, παραδόσεις, ερευνητικά εργαστήρια, εξετάσεις, βαθμοί και στο τέλος ένα πτυχίο. Η πανεπιστημιακή κοινότητα είναι ένας ζωντανός οργανισμός που θα έπρεπε να διαπαιδαγωγεί και να διαπλάθει κοινωνικά και πολιτικά σκεπτόμενους επιστήμονες-πολίτες. Ένα πανεπιστήμιο ανοιχτό στην κοινωνία με δραστηριότητες όχι αμιγώς ερευνητικές και διδακτικές, που αμφισβητεί την εκάστοτε καθεστηκυία τάξη και κυρίως τους επικεφαλής της είναι κάτι που δεν το θέλει καμία καθεστηκυία ελίτ. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που με το νέο νόμο Γιαννάκου δεν προστατεύονται όλοι οι πανεπιστημιακοί χώροι από το ακαδημαϊκό άσυλο αλλά μόνο οι χώροι διδασκαλίας και έρευνας[6]. Βέβαια το ποιοι είναι οι χώροι αυτοί θα καθορισθεί από το κάθε ίδρυμα ξεχωριστά με δική του πρωτοβουλία, ωστόσο οι κατευθύνσεις και οι προθέσεις είναι ξεκάθαρες ίσως και προδιαγεγραμμένες. Εκτός από τη διαφορετική χωροθέτηση που επιχειρεί ο νόμος Γιαννάκου σε σχέση με τον παλαιότερο νόμο-πλαίσιο (Ν. 1268/1982) υπάρχουν και άλλες δύο λεπτές διαφορές ανάμεσα στο νόμο του 1982 και του 2007. Ο νόμος του 1982 δεν προσδιόριζε ρητά ή κατονόμαζε ποιοι είναι οι φορείς της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Στο Ν. 3549/2007 ορίζεται ότι το ακαδημαϊκό άσυλο αναγνωρίζεται για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας των Α.Ε.Ι., και των εργαζομένων σε αυτά, έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει. 1. Στον Ν. 1268/1982 οριζόταν ότι για την κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης επιστημονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, αναγνωρίζεται του Πανεπιστημιακό Άσυλο. Είναι επίσης ευδιάκριτη η προσπάθεια σύνδεσης του ασύλου με την ακαδημαϊκή ελευθερία υπό στενή έννοια και για αυτό γίνεται χρήση του όρου ακαδημαϊκός σε αντίθεση με τη ρύθμιση του 1982 που έκανε λόγο όχι για ακαδημαϊκό άσυλο αλλά για πανεπιστημιακό. Αυτές οι μικρές διαφορές μπορεί να φαίνονται ασήμαντες στους περισσότερους, αποκαλύπτουν όμως την πρόθεση για την αποσύνδεση της έννοιας του ασύλου με πανεπιστημιακές δράσεις που δεν έχουν στενό ακαδημαϊκό χαρακτήρα και ίσως μια προσπάθεια να αποκοπεί ή έννοια της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της έκφρασης και διάδοσης των ιδεών από τη σύνδεσή της με την ίδια την κοινωνία –με τους εκάστοτε κοινωνικούς αγώνες.
Άλλωστε όπως έχει διατυπώσει και ο Α. Μάνεσης «…η διάκριση μεταξύ καθαρής επιστήμης και πολιτικής, μεταξύ επιστήμης και αξιολογικών κρίσεων της επιστήμονα δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα…».
Όπως όμως υποστηρίζει και ο καθ. Συνταγματικού Δικαίου, Αντ. Μανιτάκης «Το πανεπιστήμιο έχει και σήμερα ανάγκη από το πανεπιστημιακό άσυλο, όχι για να κλειστεί στον εαυτό του και να αποκοπεί από την κοινωνία, ούτε για να αποσυνδεθεί από την παραγωγή, με την οποία πρέπει να διατηρεί στενούς δεσμούς, αλλά για να συνδεθεί με την κοινωνία και την παραγωγή από θέση ισχύος και ανεξαρτησίας, έτσι ώστε να μπορεί το ίδιο να καθορίζει τους όρους της έρευνας και προαγωγής της επιστήμης. Έχει ανάγκη από το άσυλο, όπως έχει ανάγκη και από την αυτοδιοίκηση και την οικονομική του αυτοτέλεια, όχι για να προασπίσει τα ανύπαρκτα προνόμια των πανεπιστημιακών δασκάλων του, αλλά για να μπορεί να βρει καταφύγιο η ελεύθερη, χωρίς καταναγκασμούς ή εξαρτήσεις, επιστημονική αναζήτηση, η ανεξαρτησία της γνώμης και της σκέψης, η ελεύθερη παραγωγή και μετάδοση της γνώσης».
Βέβαια αυτοί που οραματίζονται ένα πανεπιστήμιο αλληλοεξαρτώμενο από τις ιδιωτικές εταιρίες, ονειρεύονται ένα πανεπιστήμιο ρομπότ που θα παράγει όσα απαιτούν οι αγορές ή καλύτερα όσα απαιτούν αυτοί που ελέγχουν τις αγορές. Το αν θα παράγει το πανεπιστήμιο κοινωνικά και πολιτικά σκεπτόμενους επιστήμονες όχι μόνο δεν είναι προτεραιότητα αλλά πρέπει να αποφευχθεί σε κάθε περίπτωση. Και ας μη γελιόμαστε, ένας από τους λόγους που επιδιώκεται η κατάργηση του ασύλου είναι για να καμφθούν οι ενδεχόμενες όποιες αντιδράσεις στα μελλοντικά σχέδια όχι μόνο σχετικά με την αναθεώρηση του άρθρου 16 και μιας άλλης σειράς μέτρων για την ανώτατη παιδεία και όχι μόνο. Το άσυλο ευνοεί τη δημιουργία εστιών αντίδρασης. Θα συμφωνήσω πως κάθε αντίδραση δε σημαίνει ότι είναι και προς τη θετική κατεύθυνση αλλά καλύτερα ακόμα και μια λανθασμένη αντίδραση από την αποχαύνωση του τηλεοπτικού καναπέ…
Συνεπώς αν ίσχυε ο νόμος Γιαννάκου το 1973 οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου θα έπρεπε να κάνουν κατάληψη μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας και στα ερευνητικά εργαστήρια… Βέβαια κάνοντας λόγο για εξεγερμένους του 1973 ας μην ξεχνάμε όχι τους τίτλους των εφημερίδων –που ήταν ελεγχόμενες- αλλά την άποψη ενός μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης που έκανε λόγο για κωλόπαιδα, αλήτες και αναρχικά στοιχεία… Το αυτό μαρτυρούν και οι απόψεις ανθρώπων που αναρωτιούνται ακόμα και σήμερα γιατί θα πρέπει να γιορτάζεται η επέτειος του Πολυτεχνείου. Φυσικά αυτές οι απόψεις αλλά και η άποψη μερίδας της τότε κοινωνίας για τους εξεγερμένους φοιτητές αποσιωπείται από τα Μ.Μ.Ε, τέτοιες politically incorrect απόψεις, δεν είναι δυνατόν να βγαίνουν προς τα έξω. Αφού το Πολυτεχνείο νίκησε, δεν πρέπει να θυμόμαστε ότι κάποιοι τότε αποκαλούσαν τους εξεγερμένους «αλήτες και κωλόπαιδα». Ακόμα περισσότερο δεν πρέπει να θυμόμαστε ότι προς συμπαράσταση φοιτητών προσέτρεξαν και άλλοι. Μα τι δουλειά είχατε στην κατάληψη του πολυτεχνείου εσείς, οικοδόμος άνθρωπος, αφού δεν είστε φοιτητής; 37 χρόνια μετά τίθενται οι ίδιες ερωτήσεις σε διαδηλωτές από δικαστές της έδρας, λες και απαγορεύεται να διαδηλώνουν μαζί με τους μαθητές ή τους φοιτητές άλλοι πολίτες ή παραγωγικές τάξεις του τόπου…
Το άσυλο και η προστασία των ιδεών κυρίως της μειοψηφίας –γιατί οι απόψεις της πλειοψηφίας δεν έχουν την ίδια ανάγκη προστασίας- είναι ένας μετρητής ανεκτικότητας και κατ’ επέκταση δημοκρατικότητας… Όσο λοιπόν συμπιέζεται το άσυλο, τόσο περισσότερο αυτός ο μετρητής πλησιάζει προς το κόκκινο. Γιατί το άσυλο δημιουργεί την αναγκαία εκείνη ατμόσφαιρα που επιτρέπει να διατυπωθούν ανατρεπτικές απόψεις και διεκδικήσεις όχι μόνο σε επιστημονικό αλλά κυρίως σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι σύμπτωση που η συζήτηση για το άσυλο θα επανέρχεται ξανά και ξανά όταν το πολιτικό σκηνικό θα είναι ρευστό; Ίσως όχι τόσο ρευστό όσο τις παραμονές της επιβολής της δικτατορίας της 21ης Απριλίου αλλά με βάση τις αναλογίες των διαφορετικών εποχών, η κρίση και η ρευστότητα θα προκαλούν αναταραχή, ανασφάλεια, αντίδραση και φυσικά από την άλλη μεριά φοβικά συντηρητικά ανακλαστικά που θα απαιτούν περισσότερη τάξη και ασφάλεια.
Μπορεί να αμφισβητήσει ότι τα πανεπιστήμια είναι από τα κατεξοχήν προπύργια κοινωνικών και πολιτικών αγώνων και κατακτήσεων; Μήπως εν τέλει η συζήτηση περί της κατάργησης του ασύλου θέλει να μεταφέρει το κέντρο λήψης απόφασης -για την επέμβαση δημόσιας δύναμης σε πανεπιστημιακό χώρο- από τις αρμόδιες πανεπιστημιακές αρχές στον κεντρικό φορέα της κρατικής εξουσίας εναντίον του οποίου στρέφονται κατά κανόνα οι διεκδικήσεις και οι αγώνες;
Κανένα άσυλο και κανένας νόμος δεν πρόκειται από μόνα τους να σταματήσουν τις ερπύστριες ενός τανκ αλλά ας μην ξεχνάμε ότι οι πιο επικίνδυνες ερπύστριες είναι εκείνες που δεν ακούγονται…
Υποσημειώσεις:
[1] Είναι γνωστό ότι εθιμικά το πανεπιστημιακό άσυλο στην Ελλάδα προστατεύεται από τα τέλη του 19ου αιώνα ακόμη. Οι ρίζες του όμως βρίσκονται ακόμα από την εποχή του Μεσαίωνα, οπού ειδικά την περίοδο του Φιλίππου Αυγούστου οι φοιτητές που τέλεσαν κάποια εγκληματική πράξη δε δικάζονταν από κανονικά δικαστήρια αλλά από τους ίδιους τους καθηγητές τους. Επίσης ο βασιλιάς Φίλιππος Αύγουστος εξέδωσε το 1200 καταστατικό χάρτη που υποχρέωνε τον Δεσμοφύλακα του Παρισιού, τον ανώτατο αξιωματούχο της εκτελεστικής εξουσία στην πόλη, να ορκίζεται ότι θα σέβεται τα προνόμια των σπουδαστών. Εν τέλει, και με την δράση τους, οι σχολές του Παρισιού αναγνωρίζονταν σαν ένα αυτόνομα σώμα μέσα στο πλαίσιο της ζωής της πόλης. Μπορούσαν να κατέχουν και να μεταβιβάζουν οικοδομήματα και γη, να εκλέγουν τις αρχές τους, να ενάγουν στα δικαστήρια και να ενάγονται, να νομοθετούν (εσωτερικά) για την διαχείριση των δικών τους ζητημάτων. Δεν ήταν απλά ένα δημιούργημα του βασιλιά, του πάπα ή των αρχών της πόλης ούτε καν του καγκελάριου της Notre Dame. Είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν το στάτους ενός ‘universitas magistrorum et scholarium’ ή άλλως ενός πανεπιστημίου, http://el.wikipedia.org/wiki/ Φίλιππος_Αύγουστος_Β’_της_Γαλλίας
[2]Όπως υποστηρίζει και ο καθ. Μανωλεδάκης «το κάθε τι είναι τελικά η ιστορία», βλ. Μανωλεδάκη, Εισαγωγή στην Επιστήμη, σελ 115, άποψη που συνηγορεί στο ότι θα ήταν λάθος να εξετάζεται το άσυλο αποκομμένο από τις ιστορικές και συμβολικές τους καταβολές. Για αυτό στο μέλλον αξίζει να φωτιστούν όλα εκείνα τα ιστορικά γεγονότα που οδήγησαν τελικά στη νομική κατοχύρωση του θεσμού αυτού με το νόμο-πλαίσιο του 1982.
[3]Βλ. άρθρο 2§ 5 του Ν 1268/1982 και άρθρο 3 §6 του Ν. 3547/2007, γνωστού και ως νόμου Γιαννάκου και επίσης Ι. Μανωλεδάκη, Άσυλο ή άλλοθι. Ο νόμος προβλέπει αυτεπάγγελτη επέμβαση, εφημερίδα Το Βήμα, 17/09/2006, σελ Β55.
[4]Βλ. άρθρο 16§ 5 εδ. β΄ Συντάγματος.
[5]Στην αρχαιότητα οι ναοί αποτελούσαν χώρο ασύλου, γιατί άραγε ο ναός της γνώσης και της επιστήμης να μην προστατεύεται από κάποιο είδος ασύλου;
[6]Στο νόμο-πλαίσιο του 1982 οριζόταν ότι «το Πανεπιστημιακό Άσυλο καλύπτει όλους τους χώρους των Α.Ε.Ι.» ενώ στο νόμο Γιαννάκου «Το ακαδημαϊκό άσυλο καλύπτει όλους τους χώρους του Α.Ε.Ι. στους οποίους γίνεται εκπαίδευση και έρευνα. Οι χώροι αυτοί καθορίζονται με απόφαση και ευθύνη της Συγκλήτου για τα Πανεπιστήμια και της Συνέλευσης για τα Τ.Ε.Ι. Μπορεί τα ιδρύματα να αποφασίζουν για την έκταση της προστασίας αλλά ο νόμος τους λέει κοινώς, δεν μπορείτε να θεωρήσετε ως χώρο έρευνας και διδασκαλίας όλους τους χώρους του ιδρύματος, πρέπει να κάνετε επιλογή.
Αστυνομικό δίκαιο ή αστυνομικό άδικο; Μια κερκόπορτα για τα δικαιώματα του πολίτη;
Αστυνομικό δίκαιο ή αστυνομικό άδικο; Μια κερκόπορτα για τα δικαιώματα του πολίτη;
Εναλλακτικός τίτλος «προσαγωγές προσαγωγές παντού, προσαγωγές κατά του εσωτερικού εχθρού»…
Ένα Κάιρο αλλιώτικο από τα άλλα ή αλλιώς μερικά μαθήματα αμερικανικής ιστορίας…
Ευτυχία είναι ένας άδειος τοίχος και ένα γεμάτο σπρέυ…
Αυτοί που νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα, εκνευρίζουν εμάς που τα ξέρουμε.
(λεωφόρος Αλεξάνδρας, Αθήνα)Αν τα λάθη διδάσκουν, τότε έχω καταπληκτική μόρφωση.
(οδός Μπενάκη, Αθήνα)Η χώρα καταστρέφεται από την αδιαφορία, αλλά τι με νοιάζει εμένα;
(λόφος Στρέφη, Αθήνα)Θέλω να γίνω αυτό που ήμουν τότε που ήθελα να γίνω αυτό που είμαι τώρα.
(πλατεία Εξαρχείων, Αθήνα)Οι τοίχοι έχουν αυτιά και τα αυτιά μας τοίχους.
(Ψυρρής, Αθήνα)Ο Χριστός δίδαξε και πέθανε. Οι καθηγητές τι περιμένουν;
(Ε.Μ.Π., Αθήνα)Κολόμβε, γαμώ την περιέργειά σου.
(Decadence, Αθήνα)Φονιάδες των Ψαριών, Πελεκάνοι.
(οδός Γερουλάνου, Αργυρούπολη)Η μαμά μου λέει ότι αν δεν έχω πέσει στο κρεβάτι μέχρι τις δέκα και μισή, θα πρέπει να γυρίσω σπίτι.
(Ποτοπωλείον, Αθήνα)Μόνο τα καλά κορίτσια κρατάνε ημερολόγιο. Τα κακά δεν έχουν χρόνο.
(Dark Sun, Αθήνα)Δεν υπάρχουν παθητικοί καπνιστές, μόνο αντιπαθητικοί αντικαπνιστές.
(T.E.I., Αθήνας)Το Lifestyle είναι μαγικό, από μηδενικό σε κάνει νούμερο.
(Γκάζι, Αθήνα)Θεσσαλονίκη, η μόνη πόλη που γράφεται με δύο Σίγμα και προφέρεται με δύο Λάμδα.
(Μύλος, Θεσσαλονίκη)Διατηρείτε την Αθήνα καθαρή. Πετάτε τα σκουπίδια σας στον Πειραιά.
(Μεταξουργείο, Αθήνα)Συμμετέχω, Συμμετέχεις, Συμμετέχει, Συμμετέχουμε, Συμμετέχετε, Αποφασίζουν.
(οδός Σινώπης, Αθήνα)Τα γκαζάκια δεν είναι μόνο για καφέδες.
(οδός Παπαδιαμαντοπούλου, Αθήνα)Έγχρωμη TV, Ασπρόμαυρη Ζωή.
(οδός Στουρνάρη, Αθήνα)Μην τα περιμένετε όλα από την Αστυνομία. Χτυπηθείτε μόνοι σας.
(Παπασωτηρίου, οδός Στουρνάρη, Αθήνα)Η Βία δεν είναι Λύση, η Λία όμως είναι Βίσση.
(Μύθος, Ρέθυμνο)ή με την Αριστερά ή με την Κανέλλη
και τα δυό δε γίνεται
(Καλλιδρομίου, Εξάρχεια)Happy New Fear!
(Ερμού & Ι. Δραγούμη, Θεσσαλονίκη)“O Έλβις ζει, και μην κάνεις τη χαζή”
(κάπου στην Κυψέλη)ΜΙΛΑΝ – ΚΟΥΝΤΕΡΑ 4-0
(Σε πίνακα ανακοινώσεων, στάσης του τραμ (επί της Ποσειδώνος, στο Ελληνικό)ΣΚΑΤΑ ΣΤΑ PET SHOP
ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΑ ΑΙΧΜΑΛΩΤΑ ΖΩΑΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ!
Life style σε χάπια έχετε;
Οδός Μητροπόλεως (Αριστοτέλους)
Το κόκκινο σχόλιο αποτελεί εικαστική παρέμβαση όχι στον τοίχο αλλά στη φωτό…
από το Πες το με σπρέυ της Κατερίνας Χριστοδούλου… μπορείτε να το βρείτε ολόκληρο εδώ, στο scribd.com
“ΣΤΑΘΕΡΟΣ ΜΙΣΘΟΣ & ΜΟΝΙΜΗ ΘΗΤΕΙΑ, ΤΟ ΒΟΛΕΜΑ ΚΙ Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΓΙΝΑΝΕ ΑΞΙΑ”
Σε μηχάνημα ακύρωσης εισιτηρίου σε αστικό λεωφορείο…