To μέγεθος δε μετράει πάντα…

…μια ανταποκριση από το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας 2010…

του σαλεμένου σινεφίλ j4nus

Για τους οπαδούς του μικρού μήκους ίσως δεν ήταν κάτι καινούριο, για αυτούς όμως που δεν είναι φανατικοί του είδους πρέπει να ήταν κανονική αποκάλυψη το φετινό Φεστιβάλ… ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς.

Το ταξίδι ξεκίνησε την Τρίτη, 21 Σεπτεμβρίου, στις 12 το μεσημέρι, στο αίθριο του Φεστιβάλ όπου η Ομοσπονδία Κινηματογραφικών Λεσχών Ελλάδας (Ο.Κ.Λ.Ε.) μαζί με το Φεστιβάλ διοργάνωσαν ημερίδα με θέμα «και Οι κινηματογραφικές λέσχες, οι Ταινίες μικρού μήκους και το Φεστιβάλ Δράμας». Ο γραμματέας της Ο.Κ.Λ.Ε., Δημήτρης Ντάνης παρουσίασε μετά από στατιστική έρευνα κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία που κατέληγαν στο συμπέρασμα λίγο πολύ ότι μεγάλος αριθμός κινηματογραφικών λεσχών βρίσκεται εν υπνώσει. Το γενικότερο συμπέρασμα της συζήτησης από αυτά που κατάλαβα εγώ ήταν ότι οι ταινίες μικρού μήκους δε στηρίζονται σε επίπεδο χρηματοδότησης από το κράτος και δε βρίσκουν διανομή

ανάμεσα στα άλλα έγινε και μια φιλική επίθεση στην ψηφιακή τεχνολογία και στην ψηφιακή δημιουργία. Ευτυχώς πέρα από το γράφοντα βρέθηκαν άλλοι «αρμοδιότεροι» και με πολύ περισσότερη εμπειρία και διαδρομή στο χώρο του Κινηματογράφου για να υπερασπιστούν τους ψηφιακούς δημιουργούς. Ένας από αυτούς ήταν ο Γιώργος ο Κολώνης που ως αναπληρωτής Γραμματέας της Ο.Κ.Λ.Ε και μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Καβάλας του οποίου η εισήγηση είχε τίτλο «Από το χημικό φιλμ στην ψηφιακή εικόνα, πρόκληση και προσαρμογή». Η εισήγησή του είχε στραμμένη τη ματιά της στο μέλλον σε αντίθεση με τους περισσοτέρους εισηγητές που είχαν στραμμένο το βλέμμα προς τα πίσω υπερασπιζόμενοι το φιλμ και την υψηλή ποιότητα της κινηματογραφικής δημιουργίας και παραγωγής με έναν τρόπο που στα δικά μου μάτια έκρυβε μια ολίγον συντεχνιακή αντίληψη του τύπου… ο κινηματογράφος είναι ακριβό σπορ του οποίου τα υψηλά ποιοτικά-αισθητικά στάνταρ πρέπει να παραμένουν υψηλά… κοινώς αφήστε το σπορ αυτό στους επαγγελματίες του είδους… Η επίθεση στην ψηφιακή δημιουργία δεν είναι τυχαία καθότι ναι μεν ποιοτικά υπολείπεται, ωστόσο είναι περισσότερο οικονομική για το δημιουργό. Αυτό που φοβούνται οι επαγγελματίες του είδους δεν είναι ούτε ότι με το να παίρνει στο χέρι καθένας μια ψηφιακή κάμερα και να φτιάχνει ταινίες θα δημιουργηθεί ένα κακό όνομα στις ψηφιακές δημιουργίες, ούτε ότι θα πέσει γενικότερα η ποιότητα της εικόνας… αυτό που ενοχλεί είναι ότι το ψηφιακό μέσο είναι φτηνότερο και ίσως δε χρειάζεται το μεγάλο αριθμό συντελεστών ή επαγγελματιών, κάτι που δεν ισχύει απόλυτα. Και κάπου εδώ ήρθε η παρέμβαση του Νίκου Καβουκίδη ο οποίος έθεσε τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση λέγοντας ότι όταν υπάρχει μια πληθώρα συντελεστών για τη δημιουργία μιας ταινίας, οι οποίοι είναι ειδικευμένοι σε κάτι διαφορετικό, τότε το αποτέλεσμα μπορεί να είναι εξίσου καλλιτεχνικό και πετυχημένο με μια ταινία φιλμάτη…

Κανείς δεν έθεσε μια άλλη διάσταση… ότι πλέον με την οικονομική κρίση η πλειοψηφία του κόσμου θα αρχίσει να κατεβάζει ταινίες από το ίντερνετ και να τις βλέπει στο σπίτι με παρέα αντί να πληρώνει 8 ευρώ το άτομο για μια προβολή… ότι οι εταιρίες διανομής και το όλο σύστημα εμπορευματοποίησης της τέχνης είναι αυτό που κάνει τον κινηματογράφο ακριβό σπορ και ότι αντί να ζητάμε μονίμως από το κράτος να στηρίζει οικονομικά τις παραγωγές ίσως πρέπει κάποια στιγμή να μπει χέρι στις εταιρίες που πλουτίζουν από τον κινηματογράφο…

Κανείς δεν έθεσε το θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων που δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από εμπορικά δικαιώματα από τα οποία κερδίζουν οι εταιρίες κυρίως και κάποιοι λίγοι του κυκλώματος…

Στην ημερίδα πέρα από τα σημαντικά και ενδιαφέροντα ακούσαμε από τα χείλη του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ και την άποψη ότι με την εφαρμογή του Καλλικράτη ίσως βελτιωθεί η κατάσταση στην περιφέρεια-επαρχία στο πεδίο της παραγωγής ταινιών μικρού μήκους… Λες και το πρόβλημα είναι η έλλειψη αυτοδιοικητικού μοντέλου και όχι χρημάτων ή καλύτερα βούλησης για πολιτιστικές επενδύσεις…

Οι περισσότερες παραγωγές εκτός κέντρου (Αθήνας) ήταν ψηφιακές και αυτό δείχνει ότι αν δεν υπήρχε το ψηφιακό, δε θα είχαν πρόσβαση στο Φεστιβάλ και πολύ περισσότερο στον καλλιτεχνικό τρόπο έκφρασης που ακούει στο όνομα κινηματογράφος πολλοί νέοι δημιουργοί, που δεν έχουν ούτε την οικονομική άνεση ούτε τις διασυνδέσεις για να χρηματοδοτήσουν μια ακριβή παραγωγή.

Περισσότερο αυτό που αξίζει στα Φεστιβάλ πολλές φορές ακόμα και από τις ταινίες είναι η συνάντηση με ανθρώπους και η ανταλλαγή απόψεων, καλλιτεχνικών, κοινωνικών, πολιτικών πάνω από ένα τραπέζι με γευστικούς μεζέδες και καλό κρασί…

για τις Ταινίες…

Το κυρίως πιάτο όμως είθισται να είναι οι ταινίες… ο αυτόκλητος υπερασπιστής λοιπόν των ψηφιακών δημιουργών κτλ επέλεξε να παρακολουθήσει στο χώρο του Δημοτικού Ωδείου τις Ψηφιακές ταινίες της ημέρας.

Η μόνη που ξεχώρισε ήταν η ταινία «Κυψέλη» που φτιάχτηκε από την ομάδα που είχε πάρει το βραβείο digi2009 για την ταινία Μεταξουργείο, την Ομάδα Ντοκιμαντέρ Πολιτισμικού Οργανισμού Δήμου Αθηναίων 2009… Προσωπικά αν και το Μεταξουργείο σαν ταινία μου άρεσε περισσότερο –ίσως είχε να κάνει με την εν λόγω περιοχή που βρίσκεται σε κάποια άνθιση τα τελευταία χρόνια- συνομιλώντας με έναν από τους εμπλεκόμενους στην ταινία μου εξέφρασε την άποψη ότι η Κυψέλη ήταν περισσότερο ταινία από το Μεταξουργείο… Οι υπόλοιπες ψηφιακές της συγκεκριμένης ημέρας ήταν απλά απογοητευτικές, πολλές από τις οποίες δεν είχαν αρχή, μέση, τέλος…

Στο Φεστιβάλ πέρα από το ελληνικό και ξένο διαγωνιστικό κομμάτι και τις ψηφιακές ταινίες, υπήρχε αφιέρωμα στον ελβετικό και βελγικό κινηματογράφο αλλά και για τρίτη συνεχόμενη χρονιά τμήμα «Για την Διαφορετικότητα.Κατά των διακρίσεων» με ταινίες από την Ελλάδα, τη Βουλγαρία το Ιράν και την Ελβετία.Την παράσταση όμως έκλεψαν οι ελληνικές ταινίες μυθοπλασίας της Πέμπτης και της Παρασκευής…

Την Πέμπτη, 23 Σεπτεμβρίου, δεν ήξερες ποια να πρωτοδιαλέξεις… η ταινία που έκανε όμως τη διαφορά σκηνοθετικά ήταν το Casus belli του Γιώργου Ζώη. Η ταινία αυτή είναι ο λόγος για τον οποίο εξακολουθούν να πηγαίνουν στο σινεμά άνθρωποι που έχουν δει άπειρες ταινιες και κάθε φορά που βγαίνει κάποια καινούρια γκρινιάζουν και λένε «τι να πάμε να δούμε τώρα, τα έχουμε δει όλα, έχουν εξαντληθεί τα θέματα, μας τα σερβίρουν λίγο διαφορετικά». Και όμως το casus belli είναι η απόδειξη ότι δεν τα έχουμε δει όλα… Στην ταινία δεν υπάρχει ούτε μισός διάλογος… το μήνυμά της όμως είναι πιο ηχηρό από κάθε άλλο. Δεν έχει μόνο σκηνοθετική άποψη, δεν πρόκειται για μια ταινία που είναι τέχνη για την τέχνη, αλλά ταινία που αφουγράστηκε τα κοινωνικά σημεία των καιρών… πρωταγωνιστές, ένα καροτσάκι του σουπερ-μάρκετ γεμάτο τρόφιμα, ατελείωτες ουρές αναλώσιμων ανθρώπων σε διαφορετικά μέρη, ένας άστεγος, ένα συσίτιο… και ένα ντόμινο ανθρώπων να πέφτει από το τέλος προς την αρχή…

Το ίδιο βράδυ προβλήθηκαν και δύο επίσης καταπληκτικές ταινίες… το 12410 και ένα τριαντάφυλλα του Ιορδάνη Ανανιάδη, μια ταινία κινουμένων σχεδίων που αφηγείται δύο παράλληλες ιστορίες με αφορμή τα γεγονότα του Πολυτεχνείου… πρωταγωνιστές ένας γάτος, οι γονείς του, ένας φοιτητής που κατέληξε νεκρός, η μάνα και τα 12411 τριαντάφυλλα… Από τις ταινίες που θα αποτελούσαν την ιδανικότερη προβολή για τον εορτασμό αυτής της επετείου στα σχολεία…

Και δεν πρέπει να ξεχάσω φυσικά το 13 ½ του Χάρη Βαφειάδη. Μια νεανική ταινία που με τον τρόπο που είναι γυρισμένη σε βάζει μέσα στην ατμόσφαιρα και το κλίμα, την ψυχολογία μιας δεκατριάχρονης… Πολύ δυνατές ερμηνείες, με την ταινία να κρύβει μια εσωστρέφεια και μια ένταση παράλληλα που μοιάζει ολίγον τι βουβή.
Τέτοιες ταινίες επιβεβαιώνουν τη μαγεία του κινηματογράφου…

Πολύ καλές ερμηνείες και μια κλιμακούμενη ένταση που οδηγεί σε ένα αναπάντεχο τέλος και κορύφωση παρουσίασε και η ταινία Ketchup του Kωσταντή Φραγκόπουλου.

Την τελευταία μέρα προβολών, Παρασκευή, 24 Σεπτεμβρίου, ξεχώρισε η ταινία της Μαριτίνας Πάσσαρη Τι ώρα θα γυρίσεις; Νεανικός κινηματογράφος και ερμηνευτές με την πρωταγωνίστρια να κλέβει την παράσταση.

Τα Φεστιβάλ και ειδικά της Δράμας είναι πάντα η καλύτερη ευκαιρία να παρακολουθήσει κανείς στη μεγάλη οθόνη ταινίες ξένες που δε θα τις πετύχει ξανά σε μεγάλη αίθουσα, ουτε καν σε dvd. Αν και οι ξένες ταινίες ξεχωρίζουν για το προσεγμένο της παραγωγής σε όλα τα επίπεδα σε σχέση με τις ελληνικές, εν τούτοις από τις λίγες που παρακολούθησα καμιά δεν προκάλεσε τα συναισθήματα ή τον ενθουσιασμό των ταινιών που προανέφερα. Ξεχώρισα το esterhazy. Δεν παραθέτω το link της από τη σελίδα του Φεστιβάλ γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει. Παρότι η οργάνωση του Φεστιβάλ, ο ήχος και η εικόνα είναι όλα υψηλού επιπέδου είναι κρίμα να λείπουν σημαντικές και βασικές λεπτομέρειες, όπως για παράδειγμα η περιγραφή και τα στοιχεία των ξένων ταινιών στην ιστοσελίδα του Φεστιβάλ.

Δύο από τα αρνητικά του Φεστιβάλ έτσι όπως το είδα εγώ κάτι που παρατήρησα και τις άλλες 2 φορές που το επισκέφτηκα ήταν πρώτον ότι φαίνεται σαν να είναι κάτι ξένο για την ίδια την πόλη της Δράμας με την έννοια ότι δε φαίνεται να το αγκαλιάζει ολόκληρη η πόλη –παρότι οι προβολές ήταν γεμάτες- και δεύτερον ότι διασπάται αυτή η ατμόσφαιρα από το γεγονός ότι οι χώροι προβολών του Φεστιβάλ βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση για τα δεδομένα επαρχιακής πόλης.

Επίσης θεωρώ ότι αφού η προβολή της κάθε ταινίας είναι μοναδική και δεν επαναλαμβάνεται –σε αντίθεση με τα Φεστιβάλ στη Θεσσαλονίκη- θα έπρεπε να είναι το πρόγραμμα έτσι διαρθρωμένο ώστε να μπορεί κανείς να παρακολουθήσει όλες τις προβολές της μέρας…

Αν και δεν υπήρξα φαν του μικρού μήκους, μετά τη φετινή εμπειρία στο Φεστιβάλ της Δράμας μπορώ να δηλώσω φανατικά ότι το μέγεθος τελικά δε μετράει… όχι πάντα τουλάχιστον…

[slideshow]

σινεφιλικό λινκ: http://wp.me/sPn6Y-10151

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *